ἔπειτα

ἔπειτα
ἔπειτα, ἔπειτεν
a thereafter, afterwards

ἑπτὰ δ' ἔπειτα πυρᾶν νεκρῶν τελεσθέντων εἶπεν O. 6.15

ἄλλαι δὲ δὔ ἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ' ἔπειτα χάρμαι O. 9.86

ἐς Φᾶσιν δ' ἔπειτεν ἤλυθον P. 4.211

μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής P. 5.95

ἑξέτης τὸ πρῶτον, ὅλον δ' ἔπειτ ἂν χρόνον N. 3.49

ἀλλ' οὔτε ματέῤ ἔπειτα κεδνὰν ἔιδεν Πα. 6. 105. ἐνῆκεν καὶ ἔπειτ[ Παρθ. 2. 61. of strict progression, secondly, next,

ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα, πρῶτον μὲν κελαδῆσαι γνῶναί τ' ἔπειτ O. 6.89

ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου O. 8.58

τράφε λιθίνῳ Ἰάσον' ἔνδον τέγει, καὶ ἔπειτεν Ἀσκλαπιόν N. 3.54

ἐσσί μοι υἱός. τόνδε δ' ἔπειτα πόσις σπέρμα θνατὸν ματρὶ τεᾷ πελάσαις στάξεν ἥρωςN. 10.80

ἀνὰ δ' ἔλυσεν μὲν ὀφθαλμόν, ἔπειτα δὲ φωνὰν N. 10.90

ἐπέπεσε μοῖρα. τλάντων δ' ἔπειτα Pae. 2.65

b inferential, then, therefore

ἄγ' ἔπειτ Αἴτνας βασιλεῖ φίλιον ἐξεύρωμεν ὕμνον P. 1.60

κώμαζ' ἔπειτεν ἁδυμελεῖ σὺν ὕμνῳ καὶ Στρεψιάδᾳ I. 7.20

in rhetorical question, “

ἔπειτα πλούτου πειρῶν μέγαν ἄλλοθι κλᾶρον ἔχω; Pae. 4.46


Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἔπειτα — thereupon indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έπειτα — (AM ἔπειτα) επίρρ. 1. αργότερα, μετά, ακολούθως 2. (σε ερώτηση) έπειτα; κι έπειτα; εκφράζει περιφρόνηση, ειρωνεία ή αδιαφορία για ισχυρισμό ή συμπέρασμα που υπονοείται (α. «θα φύγει κι έπειτα;» β. «ἔπειτα οὐκ οἴει φροντίζειν τοὺς θεοὺς ἀνθρώπων;» …   Dictionary of Greek

  • έπειτα — επίρρ. χρον. 1. κατόπι, ύστερα, μετέπειτα, αργότερα. 2. εκτός από αυτό, επίσης, εξάλλου, άλλωστε: Είναι δύσκολο, έπειτα είναι και επικίνδυνο. 3. με την πρόθ. από, που ακολουθεί σημαίνει, α. κατόπι, ύστερα, μετά: Έπειτα από πολλά χρόνια. β.… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • 'πειτα — ἔπειτα , ἔπειτα thereupon indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δἤπειτα — ἔπειτα , ἔπειτα thereupon indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κἄπειτα — ἔπειτα , ἔπειτα thereupon indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κἤπειτα — ἔπειτα , ἔπειτα thereupon indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔπειτεν — ἔπειτα thereupon ionic (indeclform adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”